Εργαλείο συνεννόησης γιατρού – ασθενή όταν η διάγνωση είναι ασαφής

Ειλικρίνεια και σαφήνεια, ακόμη και στις περιπτώσεις που η διάγνωση είναι αμφίβολη, συνιστούν οι ειδικοί στους θεράποντες γιατρούς, αναπτύσσοντας και ειδικό εργαλείο για το φάκελο του ασθενή

Η σωστή διάγνωση μιας ασθένειας στηρίζεται στην αποτελεσματική επικοινωνία, μέσω της οποίας μειώνονται τα διαγνωστικά σφάλματα. Ταυτόχρονα όμως, επιτυγχάνεται και η καλύτερη διαχείριση της νόσου με τη συμμετοχή και των ασθενών.

Παρόλα αυτά, οι κλινικοί γιατροί δεν καταφέρνουν πάντα να διαχειρίζονται σωστά την αβεβαιότητά τους στη διάγνωση, όταν τα αποτελέσματα της εξέτασης δεν οδηγούν σε σαφή αποτελέσματα. Μάλιστα πολλές φορές δεν είναι και πολύ πρόθυμοι να αναγνωρίσουν την αβεβαιότητά τους και καταφεύγουν σε έμμεσες εκφράσεις ατελούς γνώσης.

Πολλοί επίσης, φοβούνται ότι αν εκφράσουν την αβεβαιότητά τους στη διάγνωση, κινδυνεύουν να κατηγορηθούν για άγνοια και έλλειψη ικανότητας.

Όμως η κακή αυτή διαχείριση μπορεί να καθυστερήσει τη διάγνωση, θέτοντας σε κίνδυνο τους ασθενείς οι οποίοι καθησυχάζονται και δεν αναζητούν εναλλακτικές για την οριστική διάγνωση του προβλήματός τους, ή τους προκαλεί περιττό άγχος αν η έλλειψη διάγνωσης τους ανησυχήσει υπερβολικά.

Αντίθετα όμως, τα ηθικά πρότυπα που σέβονται την αυτονομία του ασθενούς, δείχνουν ότι η αναγνώριση της διαγνωστικής αβεβαιότητας έχει πιθανά οφέλη, καθώς ενισχύει τη σχέση εμπιστοσύνης ιατρού-ασθενούς, την ενεργοποίηση των ασθενών και την κοινή λήψη απόφασης με τον γιατρό τους.

Ωστόσο, η ειλικρίνεια και η διαφάνεια απαιτούν από τους κλινικούς γιατρούς να απομακρυνθούν από την υπεροπτική, υπερβολική αυτοπεποίθηση και να αναγνωρίσουν τι κάνουν και τι δεν γνωρίζουν για τη διάγνωση. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την από κοινού με τον ασθενή λήψη θεραπευτικής απόφασης και την εφαρμογή της.

Τα παραπάνω επισημαίνουν ερευνητές από το Χάρβαρντ, σε μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο JAMA, οι οποίοι αναζήτησαν τις βέλτιστες πρακτικές για την επικοινωνία και τη διαχείριση της διαγνωστικής αβεβαιότητας. Κατέληξαν στην ανάπτυξη ενός νέου εργαλείου επικοινωνίας, το οποίο περιλαμβάνει:

  • έναν οδηγό για τον κλινικό γιατρό,
  • ένα φυλλάδιο για τους ασθενείς και
  • ένα ηλεκτρονικό πρότυπο του φυλλαδίου που ενσωματώνεται στο ηλεκτρονικό μητρώο υγείας του ασθενή αυτόματα, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του ασθενή στο γιατρό.

Τα «δοκιμαστικά»

Δοκίμασαν πιλοτικά αυτό το συνδυαστικό εργαλείο κατά τη διάρκεια ιατρικών επισκέψεων για να δουν πώς αντιδρούν σε αυτό οι ασθενείς θέτοντας ταυτόχρονα και τις παρακάτω ερωτήσεις:

  • Ποια είναι τα βασικά στοιχεία για γιατρούς και ασθενείς που θα διευκολύνουν την κατανόηση της διαγνωστικής αβεβαιότητας;
  • Με τι λόγια οι κλινικοί γιατροί θα μεταφέρουν την αβεβαιότητα στους ασθενείς;
  • Πώς μπορούν οι κλινικοί γιατροί να ενσωματώσουν καλύτερα αυτά τα στοιχεία στην κλινική ροή εργασίας τους;
  • Πώς μπορούν αυτά τα στοιχεία να ενσωματωθούν σε ένα ειδικό εργαλείο επικοινωνίας για τον ασθενή που θα εφαρμόσουν οι κλινικοί γιατροί πρακτικά, για να καταλήξουν σε γραπτή διάγνωση στο τέλος της επίσκεψης;

Θετικά αποτελέσματα

Τελικά, οι ασθενείς που αξιολόγησαν το νέο εργαλείο, το αποδέχθηκαν, δήλωσαν πως βοηθά στη βελτίωση της περίθαλψής τους και το χαρακτήρισαν ως ιδιαίτερα ικανοποιητικό από πλευράς πληροφοριών που πήραν από τη συζήτηση με τον γιατρό τους.

Οδηγός κλινικού ιατρού

Στις οδηγίες προς τους κλινικούς γιατρούς για την ανακοίνωση της έλλειψης οριστικής διάγνωσης, προσδιορίσθηκαν 4 βασικές αρχές:

  1. η αξιολόγηση των συμπτωμάτων του ασθενούς,
  2. η διαφάνεια αναφορικά με την αβεβαιότητα στη διάγνωση,
  3. η δημιουργία ενός συγκεκριμένου σχεδίου διάγνωσης και
  4. η αποφυγή ανησυχίας του ασθενούς και η μείωση των συμπτωμάτων του.

Απαιτήσεις επικοινωνίας

Ένα αποτελεσματικό εργαλείο αβεβαιότητας επικοινωνίας, κατέληξαν οι ερευνητές ότι θα πρέπει να πληροί τις παρακάτω προϋποθέσεις:

  • να αναγνωρίζει τη σκοπιμότητα της ενημέρωσης του ασθενούς για την ασαφή διάγνωση,
  • να προάγει τη δέσμευση του ασθενούς,
  • να συμφωνεί με τη ροή εργασίας και τους χρονικούς περιορισμούς του γιατρού,
  • να εξισορροπεί το στυλ συνομιλίας και να διαχειρίζεται τον φόρτο εργασίας και
  • να καταλήγει σε ένα έντυπο φυλλάδιο που θα αποτυπώνει τη συνομιλία με το γιατρό και το οποίο θα μπορούσε να δοθεί στους ασθενείς στο τέλος της επίσκεψης.

Εισαγωγή δεδομένων

Οι γιατροί κατά τη διάρκεια της επίσκεψης θα έπρεπε να εξηγήσουν τις πιο πιθανές διαγνώσεις και πώς διαφοροποιούνται μεταξύ τους, υποδεικνύοντας τι πρέπει να παρακολουθείται και ποια είναι τα επόμενα βήματα, πρόβλεψη της πορείας του ασθενή και χρόνο βελτίωσης, επισήμανση των περιορισμών που έχουν οι εξετάσεις, παρότρυνση για επικοινωνία με τον κλινικό γιατρό και χώρο για προσθήκη πρόσθετων στοιχείων από τους ασθενείς στο φυλλάδιο.

Διαδοχικές εκδόσεις

Το αρχικό φυλλάδιο περιείχε σειρά επεξηγηματικών πληροφοριών για την ασαφή διάγνωση και την παροχή ειδικών πληροφοριών για την αξιολόγηση του προβλήματος που έχει παρουσιαστεί.

Οι 3 ομάδες ασθενών που αξιολόγησαν τα δεδομένα ανέφεραν πως περιείχε πάρα πολλές πληροφορίες και ότι δεν εστιαζόταν επαρκώς στα σημεία που επιθυμούσαν οι ασθενείς.

Έτσι η τελική αναθεώρηση κατέληξε σε ένα αναθεωρημένο περιεχόμενο και μια ενσωμάτωση ροής εργασιών, επιτρέποντας την παραγωγή του φυλλαδίου κατά τη διάρκεια της επίσκεψης μέσω υπαγόρευσης αναγνώρισης φωνής.

Πηγή: https://www.in.gr/2023/03/12/b-science/ergaleio-synennoisis-giatrou-astheni-otan-diagnosi-einai-asafis/

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.