Σε δύο παράλληλες μελέτες κοόρτης συμμετείχαν 1.830 ασθενείς με χρόνια κρίσιμη ισχαιμία άκρου (chronic limb-threatening ischemia-CLTI) και περιφερική αρτηριακή νόσο. Οι ασθενείς που είχαν μόνο ένα τμήμα της μείζονος σαφηνούς φλέβας που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, ταξινομήθηκαν στην κοόρτη 1 και οι ασθενείς που χρειάζονταν εναλλακτικό αγωγό παράκαμψης στην κοόρτη 2. Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο που περιελάμβανε τον ακρωτηριασμό άνωθεν της ποδοκνημικής ή νέα παρέμβαση επαναγγείωσης του άκρου ή θάνατο οποιασδήποτε αιτιολογίας. Στην κοόρτη 1, μετά από διάμεση παρακολούθηση 2,7 ετών, το πρωτογενές καταληκτικό σημείο παρατηρήθηκε σε 302 από τους 709 ασθενείς (42,6%) που υπεβλήθησαν σε χειρουργική αντιμετώπιση και σε 408 από τους 711 ασθενείς (57,4%) στην υποομάδα της ενδαγγειακής θεραπείας (HR: 0,68, 95% CI: 0,59-0,79, Ρ<0,001). Στην κοόρτη 2, το πρωτογενές καταληκτικό σημείο παρατηρήθηκε σε 83 από τους 194 ασθενείς (42,8%) που υπεβλήθησαν σε χειρουργική αντιμετώπιση και σε 95 από τους 199 ασθενείς (47,7%) στην υποομάδα της ενδαγγειακής θεραπείας (HR:0,79, 95% CI:0,58- 1,06 P=0,12) μετά από διάμεση παρακολούθηση 1,6 ετών. Η συχνότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν παρόμοια στις δύο επιμέρους υποομάδες. Συμπερασματικά, μεταξύ των ασθενών με CLTI με επαρκώς λειτουργούσα μείζονα σαφηνή φλέβα, ο κίνδυνος εμφάνισης ανεπιθύμητου αγγειακού συμβάντος του άκρου ή θανάτου ήταν σημαντικά χαμηλότερη στη χειρουργική υποομάδα από ότι στην υποομάδα της ενδαγγειακής αντιμετώπισης.
Άρθρο:(Surgery or Endovascular Therapy for Chronic Limb-Threatening Ischemia https://www.nejm.org/doi/full/10.1056/NEJMoa2207899 )