Υπογεννητικότητα: Ένα πολύπλοκο πρόβλημα με πολλαπλά αίτια

“Everything should be made as simple as possible, but not simpler ”-Einstein-

H γεννητικότητα σήμερα, έχει ελαττωθεί σημαντικά σχεδόν σε όλα τα οικονομικά αναπτυγμένα κράτη του κόσμου. Τη δεκαετία του 1960 π.χ. αντιστοιχούσαν πάνω από πέντε γεννήσεις ανά ζευγάρι, σε όλο τον κόσμο, ενώ  το 2020 ο αριθμός αυτός έπεσε στο 2.3. Το κατώτερο όριο   συντήρησης του πληθυσμού είναι 2.1 στα ανεπτυγμένα  και 2.3  στα υπό ανάπτυξη κράτη, γιατί σ ’αυτά  η βρεφική θνησιμότητα είναι μεγαλύτερη. Στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν είχαμε  πολλές γεννήσεις και πολλούς θανάτους,  ενώ σήμερα έχουμε λιγότερες  γεννήσεις   και μικρότερη θνησιμότητα. Αυτό είχε ως   αποτέλεσμα να αυξηθεί ο μέσος όρος ζωής (από τα 51 χρόνια   το 1960,   στα 73 χρόνια το 2019). Σ’ αυτή τη μεταβατική περίοδο, μέσα σε επτά δεκαετίες ο πληθυσμός της γης είχε σχεδόν τριπλασιαστεί ( από 2.5 δισεκατομμύρια το 1950,  στα 8 δισεκατομμύρια   το 2022).  Υπολογίζεσαι ότι ο πληθυσμός του πλανήτη θα φτάσει το μέγιστο γύρω στο 2080 (περίπου 10 δισεκατομμύρια), και μετά θα αρχίσει να ελαττώνεται.

Η ελάττωση όμως  του πληθυσμού σε πολλά κράτη έχει ήδη  αρχίσει. Σε πολλές χώρες (Ελλάδα, Ιταλία, Ρωσία, Ν. Κορέα, Ιαπωνία, και άλλες), ο πληθυσμός ελαττώθηκε  λόγω της υπογεννητικότητας, παρά το γεγονός ότι ο μέσος όρος ζωής έχει αυξηθεί. Σε αυτό   συμβάλλει  η έλλειψη ή/και  η   αρνητική μετανάστευση. Ακόμα και σε κράτη που ο πληθυσμός δεν έχει προς το παρόν  ελαττωθεί, όπως π.χ.  στην  Αυστραλία, την  Αγγλία κ.α., υπάρχει δημογραφικό πρόβλημα  λόγω της γήρανσης του πληθυσμού. Το 2022 η Κίνα για πρώτη φορά  είχε 850.00  λιγότερες γεννήσεις σε σχέση με προηγούμενα χρόνια.   Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ) το 1970, η γεννητικότητα ήταν κάτω από 2.1, ανέβηκε πάνω από 2.1 το 2007, και με την οικονομική κρίση του 2009-2010,  είχε πέσει κάτω από 1.7. Υπολογίζεται όμως πως η γεννητικότητα της επόμενες δεκαετίες  στις ΗΠΑ, θα παραμείνει  λίγο πιο πάνω από το όριο συντήρησης λόγω των μεταναστών.

Για την υπογεννητικότητα που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, υπεύθυνο δεν είναι μόνο ένα, αλλά  πολλά αίτια.  Σήμερα πολύ περισσότερες γυναίκες αποφοιτούν από το πανεπιστήμιο σε σχέση με το όχι και τόσο απώτερο παρελθόν. Στη Ν. Κορέα π.χ. τη δεκαετία του 1980, μόνο το 6% των γυναικών αποφοιτούσε από το πανεπιστήμιο, ενώ το 2020, το ποσοστό αυτό ανέβηκε στο 90%. Το ίδιο ισχύει και στη χώρα μας. Τη δεκαετία του 1950, σε μια τάξη 150 περίπου φοιτητών της ιατρικής, υπήρχαν μόνο 3-4 γυναίκες, ενώ τα τελευταία χρόνια, οι γυναίκες ξεπερνούν ακόμα  και το 50% των φοιτητών της ιατρικής. Σήμερα, πολλές   γυναίκες  πιθανόν  αναβάλλουν τη δημιουργία οικογένειας και την τεκνοποίηση (αυτό είναι προσωπική επιλογή κάθε ατόμου) γιατί  θεωρούν ότι  με αυτό τον τρόπο η σταδιοδρομία τους  θα είναι πιο επιτυχής.  Έτσι  πολύ περισσότερες γυναίκες  σήμερα   έχουν ηγετικές θέσεις σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη εποχή, γεγονός που μάλλον  αποτελεί αρνητικό παράγοντα για τεκνοποίηση.  Επιπλέον οι γυναίκες τα τελευταία χρόνια   επιλέγουν με μεγαλύτερη  προσοχή το σύντροφο με τον οποίο θέλουν να αποκτήσουν παιδιά. Η ευρεία χρήση των αντισυλληπτικών, η ευκολία και η ασφάλεια με την οποία είναι δυνατόν να γίνουν εκτρώσεις,  καθώς και η συχνότητα των διαζυγίων  συμβάλλουν στην υπογεννητικότητα.  Επιπλέον, το άγχος που έχουν οι γονείς για τα παιδιά, δεν πρέπει να υποτιμάται. Παραδοσιακά, η ανεργία είναι μεγαλύτερη στις ηλικίες 20-30 ετών και φυσικά αν κάποιο άτομο δεν έχει σταθερή και ικανοποιητική εργασία αναβάλλει τη δημιουργία οικογένειας.  Ο κάθε γονιός  προσπαθεί να δώσει  ένα καλύτερο μέλλον  στα παιδιά του, και αν δεν υπάρχουν  αυτές οι προοπτικές τότε αναβάλλουν την τεκνοποίηση. Αυτός είναι ένας άλλος ανασταλτικός παράγοντας κυρίως στους άνδρες. Επίσης τα τελευταία χρόνια, πολύ περισσότερα άτομα επιλέγουν να μην παντρευτούν σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν.   Παλαιότερα που υπήρχε μεγάλη βρεφική θνησιμότητα, η γεννητικότητα ήταν αυξημένη,  γιατί κανένας δεν μπορούσε να μαντέψει αν το παιδί (ια) θα ζήσει. Σήμερα, αν ένα βρέφος φτάσει στην παιδική ηλικία, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτό θα ζήσει και γι’ αυτό το λόγο οι γονείς δεν επιθυμούν να κάνουν περισσότερα παιδιά.  

Για να αντιμετωπιστεί  το πρόβλημα της υπογεννητικότητας, πολλά κράτη  έχουν δώσει (και συνεχίζουν να δίνουν) μεγάλες παροχές στους γονείς. Ιστορικά όμως,  έχει αποδειχθεί ότι σε μια χώρα που έχει αρχίσει η ελάττωση των γεννήσεων, η κυβέρνηση πολύ λίγα μπορεί να κάνει για να ανατρέψει  αυτή  τη πορεία. Στην Ουγγαρία π.χ.  που έχουν δοθεί μεγάλες παροχές για να αντιμετωπιστεί το θέμα (5% του ΑΕΠ- ακαθάριστο εγχώριο προϊόν-  το ποσό  αυτό είναι μεγαλύτερο από τις στρατιωτικές δαπάνες), η γεννητικότητα από 1.2 παιδιά ανά ζεύγος ανέβηκε μόνο στο 1.6.  Το ίδιο συνέβη και με τη Σουηδία (γεννητικότητα κάτω από 2.0)  και με άλλες χώρες  όπου οι παροχές που δίνονται γι’ αυτό το θέμα είναι πολύ  μεγάλες.

Επειδή τα αίτια της υπογεννητικότητας είναι πολλαπλά, κανένα μέτρο μεμονωμένα δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικό. Επιπλέον, πολλά από τα αίτια έχουν σχέση με το σύγχρονο τρόπο ζωής, τουλάχιστο στα αναπτυγμένα κράτη.  Γι’ αυτό το λόγο χρειάζεται ώριμη σκέψη, ψυχραιμία και όχι βιαστικές κινήσεις για την αντιμετώπιση του όλου θέματος.  Δεν υπάρχει κανένας  κανόνας που να λέει ότι ο πληθυσμός της γης πρέπει να αυξάνει ή να είναι σταθερός.   Όπως στο παρελθόν,  προσπάθειες  για να ελαττωθούν οι γεννήσεις είχαν αποβεί μάταιες, έτσι και τώρα  προσπάθειες για να αυξηθούν οι γεννήσεις μάλλον θα αποβούν άκαρπες. Η τακτική που είχε εφαρμοστεί στην Κίνα  από τη δεκαετία του 1970 μέχρι το 2016, ένα παιδί ανά οικογένεια, είχε πολλά αρνητικά αποτελέσματα κυρίως στις γυναίκες οι οποίες υποχρεωνόταν σε εκτρώσεις ή /και στείρωση.  Η δημιουργία συνθηκών για ικανοποιητική εργασία σε νεότερες ηλικίες ίσως βοηθήσει λίγο  σ’ αυτή την προσπάθεια.  Αλλά ακόμα και αν αντιμετωπιστούν   ικανοποιητικά όλα τα οικονομικά  και άλλα κοινωνικά  προβλήματα, αυτό   δεν θα βοηθήσει τις γυναίκες που επιδιώκουν μια πιo πετυχημένη επαγγελματική σταδιοδρομία  (οι γυναίκες δεν πρέπει να θεωρούνται μόνο  «μηχανές αναπαραγωγής») ή/και τη νοοτροπία αρκετών ατόμων που προτιμούν να μην δεσμευτούν.    

Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας, μερικώς τουλάχιστο,  μπορεί να αντιμετωπιστεί με  προγραμματισμένο  ρυθμό μετανάστευσης, από πτωχότερες χώρες όπου το ποσοστό των  γεννήσεων  είναι ακόμα  πάνω από το όριο συντήρησης,  στις  πιο αναπτυγμένες χώρες. Με αυτό τον τρόπο δίδεται , συγχρόνως   η ευκαιρία και στους μετανάστες να απολαύσουν τα αγαθά της προόδου τα οποία δεν υπάρχουν στη χώρα τους. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι άτομα που μεταναστεύουν σε χώρες με  υπογεννητικότητα, συνήθως ακολουθούν το ρυθμό  της γεννητικότητας  που βρήκαν στη νέα χώρα και όχι της χώρας που άφησαν. Για την  αντιμετώπιση   του προβλήματος  των συντάξεων στον ηλικιωμένο πληθυσμό, ορισμένα άτομα δυνατόν να εργάζονται και σε μεγαλύτερες ηλικίες σε τομείς όπου δεν απαιτείται μεγάλη χειρωνακτική εργασία.

Τα αποτελέσματα της  υπογεννητικότητας δεν είναι μόνο αρνητικά, αλλά δυνατόν να είναι και θετικά. Εφόσον ο πληθυσμός του πλανήτη  ελαττωθεί, τα αγαθά τα οποία είναι  σε θέση να δώσει η γη,  (αυτά  δεν είναι απεριόριστα), θα είναι πιο επαρκή. Επιπλέον  η ελάττωση του  πληθυσμού του κόσμου   θα συμβάλλει  σημαντικά  στην ελάττωση της ρύπανσης του πλανήτη,  η οποία   αποτελεί ένα  μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει  η ανθρωπότητα. Επιπλέον ορισμένα κράτη,  για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των συντάξεων, επειδή ο πληθυσμός θα είναι μεγάλης ηλικίας, πιθανόν να  αναγκαστούν να περιορίσουν τις στρατιωτικές δαπάνες. Αυτό ίσως συμβάλλει στη μείωση των πολέμων (αν και απίθανο γιατί,  «Πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί, πάντων δε βασιλεύς» είχε επισημάνει ο Ηράκλειτος) και  σε μια πιο ειρηνική κοινωνία.  Τέλος, αν μια από τις αιτίες της υπογεννητικότητας  είναι η μόρφωση  (μακροχρόνια εκπαίδευση συμβάλλει στην αναβολή του γάμου και της τεκνοποίησης), είναι   δύσκολο να ισχυριστούμε  ότι η μόρφωση των πολιτών  αποτελεί   αρνητικό και όχι θετικό στοιχείο σε μια κοινωνία.

Συνοπτικά, σήμερα υπάρχει υπογεννητικότητα σχεδόν σε όλα τα ανεπτυγμένα κράτη του κόσμου. Τα αίτια της υπογεννητικότητας είναι πολλά  και   έχουν  σχέση με το σύγχρονο  τρόπο ζωής. Η αντιμετώπιση του προβλήματος της υπογεννητικότητας απαιτεί ψυχραιμία, ώριμη σκέψη και όχι βιαστικές κινήσεις. Οι συνθήκες αλλάζουν συνεχώς (ο μόνος σταθερός παράγων είναι η αλλαγή). Η μεγαλύτερη πρόκληση στο μέλλον, δεν θα είναι το πως θα αλλάξουμε τη συχνότητα των γεννήσεων, αλλά κυρίως  στο πως θα προσαρμοζόμαστε συνεχώς  στnν  αέναη   αλλαγή.    

Επιμέλεια: Konstantinos Dean  Boudoulas MD, Professor of Medicine/Cardiovascular Medicine, Head Interventional Cardiology, Director Cardiac Catheterization Laboratories, The Ohio State University, Columbus Ohio, USA. Harisios K Boudoulas MD, PhD, PhD Hon, Professor of Medicine/Cardiovascular and Pharmacy (emeritus), The Ohio State University, Columbus Ohio, USA, Honorary Professor, Academician (an. mem.)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.