Οι βιολογικές αλλαγές που συνδέονται με τις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου είναι ανιχνεύσιμες στις εξετάσεις αίματος μέχρι και 8 χρόνια πριν τη διάγνωση της νόσου του Crohn ή 3 χρόνια πριν τη διάγνωση της ελκώδους κολίτιδας, όπως δείχνει μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στο περιοδικό Cell Reports Medicine.
«Οι παρατηρήσεις της μελέτης μας έχουν ιδιαίτερη σημασία καθώς επιτρέπουν στους γιατρούς να διαγνώσουν τις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου όταν οι τελευταίες βρίσκονται ακόμα σε προκλινικό στάδιο», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.
«Το γεγονός αυτός θα επιτρέψει την έγκαιρη χορήγηση θεραπειών, γεγονός που θα βελτιώσει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα ζωής των ασθενών», πρόσθεσαν εξηγώντας παράλληλα ότι το μοντέλο που ανέπτυξαν βρίσκεται ακόμα στα πρώιμα στάδια, επομένως θα χρειαστεί κάποιος χρόνος μέχρι να χρησιμοποιηθεί στην κλινική πράξη.
Βιολογικές Αλλαγές Αρκετά Χρόνια πριν τη Διάγνωση των Φλεγμονωδών Νόσων του Εντέρου
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, όταν ένας ασθενής που πάσχει από νόσο του Crohn ή ελκώδη κολίτιδα παρουσιάζει εμφανή συμπτώματα, βρισκόμαστε ήδη στο στάδιο όπου έχουν προκληθεί σημαντικές βλάβες στο έντερο.
Ο στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να εξερευνήσει μία νέα προσέγγιση η οποία θα μας επιτρέψει να διαγνώσουμε τη νόσο στα πρώιμα στάδια, πριν την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Στις αναλύσεις που έκαναν, οι επιστήμονες εξέτασαν τα επίπεδα αρκετών δεικτών φλεγμονής, βιταμινών και μετάλλων στο αίμα προκειμένου να εξετάσουν αν τα παραπάνω διαφοροποιούνται στους ασθενείς με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου.
Οι περίπου 20.000 εθελοντές που συμμετείχαν στην έρευνα είχαν διαγνωστεί με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου ανάμεσα στα έτη 2008 και 2018 στη Δανία και είχαν επίσης αποτελέσματα εξετάσεων αίματος για τα προηγούμενα 10 χρόνια.
Η επιστημονική ομάδα εξέτασε επίσης μία ομάδα ελέγχου με 4.6 εκατομμύρια εθελοντές χωρίς ιστορικό φλεγμονωδών νόσων του εντέρου.
Όπως προαναφέρθηκε, οι ασθενείς που παρουσίασαν τελικά νόσο του Crohn είχαν ανιχνεύσιμες μεταβολές σε διάφορους δείκτες 8 χρόνια πριν τη διάγνωση της νόσου. Για τους ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα οι αλλαγές αυτές ήταν δυνατό να ανιχνευθούν 3 χρόνια πριν τη διάγνωση της νόσου.
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, οι μεταβολές αυτές συχνά δεν ήταν αρκετά μεγάλες για να ξεφύγουν οι δείκτες από τα φυσιολογικά όρια, επομένως οι γιατροί πιθανώς δεν θα τις είχαν παρατηρήσει. Οι συγγραφείς της παρούσας μελέτης, ωστόσο, είχαν πρόσβαση σε μία εξαιρετικά μεγάλη βάση δεδομένων, γεγονός που τους βοήθησε να διακρίνουν τις παραπάνω μεταβολές.
«Οι παρατηρήσεις της μελέτης μας έχουν ιδιαίτερη σημασία καθώς μας επιτρέπουν να ανιχνεύσουμε τις νόσους στα πρώιμα στάδια, όταν οι θεραπείες είναι περισσότερο αποτελεσματικές. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να βελτιώσουμε σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών», καταλήγει η επιστημονική ομάδα.
Επιμέλεια: Αντώνιος Δημητρακόπουλος MD, PhD, Ειδικός Παθολόγος Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν HC, ΕΔΙΠ Παθολογίας-Ανοσολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ